- Σκιρωνίς
- Σκῑρωνίς , Σκίρωνwhich blew from the Scironian rocksfem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
СКИРОНИД — • Scironides, Σκιρωνίδης, 1. афинский полководец в Пелопоннесской войне, сражался в 412 г. до Р. X. в союзе с аргивянами при Милете против пелопоннесцев и милесийцев. Но когда афиняне победоносно дошли до стен Милета, а… … Реальный словарь классических древностей
МЕГАРИДА — • Megăris, η̉ Μεγαρίς, (Hdt. 9, 14), небольшая область на Коринфском перешейке, величиною в 4 (по другим в 8) кв. миль, граничила на севере с Беотией и Коринфским заливом, на северо востоке с Аттикою, на юге с Саронским заливом, на… … Реальный словарь классических древностей
σκιρωνίδα — η / σκιρωνίς, ίδος, η, ΝΑ φρ. «Σκιρωνίδες πέτρες» και «Σκιρωνίδες πέτραι» ή, απλώς, «Σκιρωνίδες» απότομη βραχώδης κατάληξη τών Γεράνειων Ορέων στον Σαρωνικό, πέρα από τα Μέγαρα, η οποία σήμερα ονομάζεται Κακή Σκάλα και όπου, σύμφωνα με την… … Dictionary of Greek
Κακιά Σκάλα — Απότομη και απόκρημνη ακτή του Σαρωνικού, νοτιοανατολική απόληξη των Γερανείων, που βρίσκεται Δ των Μεγάρων. Από την περιοχή αυτή περνούν η σιδηροδρομική γραμμή Αθήνας Πελοποννήσου, η παλαιά και η νέα εθνική οδός Αθηνών Κορίνθου. Στην αρχαιότητα… … Dictionary of Greek